Ο καρπός της άγριας τριανταφυλλιάς είναι πλούσιος σε βιταμίνες Α, Β, C, Ε και Κ, φυτικές ίνες, μέταλλα και θρεπτικά συστατικά.
Περιέχει, ακόμη, κιτρικό οξύ, ασκορβικό οξύ, φλαβονοειδή, τανίνες, αντιοξειδωτικά, ασβέστιο, σίδηρο, μαγνήσιο, νάτριο, κάλιο, μαγγάνιο,
ψευδάργυρο, φώσφορο και πολλά άλλα.
Από την αρχαιότητα ακόμη είναι γνωστές οι ευεργετικές ιδιότητες της άγριας τριανταφυλλιάς.
Ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος το 77 μ. Χ. καταγράφει περίπου τριάντα διαταραχές που ανταποκρίνονται στη θεραπεία
με σκευάσματα από άγρια τριανταφυλλιά.
Στην εποχή μας, η άγρια τριανταφυλλιά χρησιμοποιείται ως τονωτικό, καθαρτικό με αντιμικροβιακές, αντιοξειδωτικές και αντιφλεγομονώδεις ιδιότητες,
αλλά και ως διουρητικό και στυπτικό. Σημαντική είναι η επίδρασή της στο αναπνευστικό σύστημα, διευκολύνοντας την αναπνοή
με τον καθαρισμό των βλεννογόνων.
Αξιόλογη είναι και η αντιγηραντική της δράση καθώς συμβάλλει στην καταπολέμηση της κυτταρικής βλάβης που προκαλείται
από τη δράση των ελεύθερων ριζών.
Ο ιδανικότερος τρόπος χρήσης είναι να λαμβάνονται απευθείας κάτω από τη γλώσσα, ώστε να εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος άμεσα.
Η μέθοδος που έχει επικρατήσει ωστόσο είναι να λαμβάνονται 20 – 30 σταγόνες ημερησίως με νερό, χυμό, ή τσάι και να μην γίνεται χρήση γαλακτοκομικών,
μισή ώρα πριν & μισή ώρα μετά.
Τα βάμματα καταναλώνονται για 6 – 7 εβδομάδες, διακόπτουμε για 2 βδομάδες και εφόσον δεν υποχωρήσει το πρόβλημα, συνεχίζουμε τη θεραπεία με τον ίδιο τρόπο.